ΜΥΚΗΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑΣ

Μάρτιος 2015 Αναστασία Σιάνου MSc  Αγροχημεία και Βιολογικές Καλλιέργειες Τεχνολόγος Γεωπονίας

Στο άρθρο αυτό γίνεται μία σύντομη αναφορά σε τρεις μυκητολογικές ασθένειες της τριανταφυλλιάς. Για κάποιους μπορεί τα συμπτώματα να είναι γνωστά. Γίνεται όμως μία περιγραφή των συνθηκών που οι ασθένειες αυτές αναπτύσονται και του τρόπου με τον οποίον μεταδίδονται.

Κρίνουμε λοιπόν σκόπιμο να αναφέρουμε έστω και σύντομα μερικές πληροφορίες για τις ασθένειες αυτές γιατί είναι καλό να σχηματίζουμε μία πλήρη γνώση σε θέματα που απασχολούν την καθημερινή γεωργική πρακτική.

Καρκίνος ή Όγκος λαιμού στην τριανταφυλλιά

Είναι μία από τις σοβαρές ασθένειες της τριανταφυλλιάς. Η εξάπλωσή της οφείλεται κυρίως στην χρησιμοποίηση μολυσμένων υποκειμένων. Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ασθένειας είναι ο σχηματισμός στις ρίζες και στο λαιμό (στο σημείο εμβολιασμού) σχεδόν σφαιρικών όγκων. Στην αρχή οι όγκοι εμφανίζονται σαν μικρές προεξοχές – υπερπλασίες, μεμονομένες ή σε ομάδες. Το χρώμα τους είναι υπόλευκο και έχουν μαλακή σύσταση. Αργότερα γίνονται πιο σκληροί και έχουν χρώμα πιο σκούρο. Τα προσβεβλημένα φυτά γίνονται καχεκτικά,και μερικές φορές χλωρωτικά. Μείωση της παραγωγής θα πρέπει να αναμένεται. Ο καρκίνος ή όγκος του λαιμού (Crown gall) προκαλείται από το βακτήριο Agrobacterium tumefaciens. Η μόλυνση των φυτών γίνεται με την βροχή, το νερό ποτίσματος, το έδαφος και με εργαλεία κλαδέματος ή κατεργασίας του εδάφους. Η είσοδος του βακτηρίου στα φυτά γίνεται μόνο από πληγές νεαρής ηλικίας. Η θερμοκρασία που ευνοεί την ανάπτυξη του παθογόνου είναι μεταξύ 14-28οC.

Ωίδιο στην τριανταφυλλιά ( Powdery mildew)

Η ασθένεια οφείλεται στον μύκητα Sphaerotheca pannosa. Ο μύκητας προσβάλλει τα φύλλα, τους βλαστούς, τους οφθαλμούς και τα άνθη. Τα προσβεβλημένα μέρη γίνονται καχεκτικά και παραμορφώνονται. Τα μπουμπούκια που έχουν προσβληθεί από την ασθένεια δεν ανοίγουν. Τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται στο έλασμα των τρυφερών φύλλων με χρώμα ανοιχτό κόκκινο στο πάνω μέρος των φύλλων. Στη συνέχεια η προσβεβλημένη περιοχή αποκτά τη χαρακτηριστική αλευρώδη εξάνθηση του παθογόνου. Τα άνθη προσβάλονται συνήθως όταν είναι ακόμα κλειστά και ο μύκητας αναπτύσεται πάνω στους ποδίσκους, τα σέπαλα και τον κάλυκα. Οι πλέον ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη του παθογόνου είναι θερμοκρασία 15οC και υγρασία 90-99% κατά τη διάρκεια της νύχτας για τον σχηματισμό των κονιδίων του μύκητα, και θερμοκρασία περίπου 26οC και σχετική υγρασία 40-70% την ημέρα για την ωρίμανση και ελευθέρωση των κονιδίων. Στις θερμοκηπιακές καλλιέργειες είναι καλό να λαμβάνονται μέτρα για την μείωση της σχετικής υγρασίας του περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Περονόσπορος στην τριανταφυλλιά ( downy mildew)

Πρόκειται για μία πολύ σοβαρή μυκητολογική ασθένεια, που αν δεν εντοπισθεί γρήγορα, μπορεί να προκαλέσει τεράστια ζημιά, ιδιαίτερα στις θερμοκηπιακές καλλιέργειες για παραγωγή κομμένου λουλουδιού.

Η ασθένεια οφείλεται στο μύκητα Peronospora sparsa. Τα συμπτώματα εμφανίζονται στα φύλλα, τους βλαστούς, τους ποδίσκους, τους κάλυκες και τα πέταλα των ανθέων. Κυρίως προσβάλλονται τα τρυφερά όργανα του φυτού.

Στα φύλλα εμφανίζονται ακανόνιστες κιτρινοπράσινες κηλίδες που συχνά αποκτούν χρώμα ιώδες έως σκούρο καστανό. Τα προσβεβλημένα φύλλα πέφτουν με ελαφρό τίναγμα του στελέχους.

Στους βλαστούς, τους ποδίσκους, στους κάλυκες και πολύ σπάνια στα πέταλα, εμφανίζονται μικρές κηλίδες ιώδους έως μελανού χρώματος.

Η ασθένεια ευνοείται από τον υγρό καιρό (σχετική υγρασία 85-100%) και με άριστη θερμοκρασία 18οC (βλάστηση κονιδίων του μύκητα σε θερμοκρασίες 5-27οC).

Καλό είναι στις θερμοκηπιακές καλλιέργειες να γίνεται προσπάθεια μείωσης της υγρασίας του περιβάλλοντος με καλό αερισμό.

Η χημική καταπολέμηση είναι δύσκολη γι΄ αυτό θα πρέπει να γίνονται προληπτικές εφαρμογές όταν οι περίοδοι του έτους ευνοούν την ανάπτυξη της ασθένειας.

Ιός του μαρασμού μετά κηλιδώσεως

Η ασθένεια που είναι γνωστή ως κηλιδωτός µαρασµός (spotted wilt) περιγράφηκε για πρώτη φορά στην Αυστραλία το 1915 και αρκετά αργότερα, το 1930, διαπιστώθηκε η ιολογική της αιτιολογία. Προσβάλλει μεγάλο αριθμό καλλιεργουμένων και αυτοφυών φυτών. Προκαλεί σοβαρές ασθένειες στην τομάτα και τον καπνό.

Προσβάλλει όμως και την πατάτα, μελιτζάνα, πιπεριά, σέλινο, λάχανο, μπιζέλι, φασόλι, μαρούλι, κ.α. έχει ευρύτατο κύκλο ξενιστών (περίπου 560 είδη φυτών ανήκοντα σε 50 οικογένειες) στον οποίο περιλαμβάνονται σημαντικές καλλιέργειες δένδρων, κηπευτικών και καλλωπιστικών φυτών Περισσότερα από 100 είδη ξενιστών φυτών ανήκουν στις οικογένειες solanaceae και compositae.

Υπολογίζεται ότι προκαλεί σε παγκόσμιο επίπεδο ζημιές σε καλλιέργειες αξίας 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων ετησίως και θεωρείται ως μια από τις 10 πιο σοβαρές ασθένειες που προσβάλλει καλλιέργειες. Συναντάται κυρίως σε θερμά ήπια κλίματα όπως αυτό των χωρών της Λατινικής Αμερικής, Νότιας Αφρικής, αλλά και της Μεσογείου.

Προσβάλλει κυρίως τις όψιμες παρά τις πρώιμες καλλιέργειες.
Ο ιός ήταν γνωστός στην βόρειο Ελλάδα τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1960, στον καπνό, προκαλώντας τη σοβαρή ίωση κηλιδωτή νέκρωση του καπνού. Στην τομάτα εμφανιζόταν σπανίως. Η ασθένεια παρουσιάσθηκε σε επιδημική μορφή στην τομάτα (σε υπαίθριες και υπό κάλυψη καλλιέργειες) για πρώτη φορά το 1990 στην Ξάνθη και την Κομοτηνή. Επίσης παρουσιάσθηκε πρόσφατα και στην πιπεριά.

Τα συμπτώματα της ιώσεως στην τομάτα είναι τα ακόλουθα: Τα νεαρά φύλλα εμφανίζουν ένα ορειχάλκινο (μπρούτζινο) μεταχρωματισμό στην επάνω επιφάνεια του ελάσματος κυκλικό ή σε μορφή δακτυλίων, ο οποίος συχνά συνοδεύεται από καρούλιασα των φυλλαρίων προς τα κάτω. Αργότερα στα φύλλα εμφανίζονται πολυάριθμες μικρές κυκλικές καστανές μέχρι μαύρες νεκρωτικές κηλίδες. Το έλασμα των προσβεβλημένων φύλλων γίνεται καστανό και ξηραίνεται. Παρατηρείται ανάσχεση της ανάπτυξης της κορυφής του φυτού, χλώρωση, μαρασμός και νέκρωση των επάκριων βλαστών. Ενίοτε παρατηρείται γενικός νανισμός των φυτών. Στους καρπούς σχηματίζονται διάφορες ποικιλοχρώσεις (δηλ. ακανόνιστες κηλίδες µε εναλλασσόμενες αποχρώσεις του ανοικτού κόκκινου, κίτρινου ή πρασίνου χρώματος χωρίς σαφή όρια διαχωρισμού μεταξύ των αποχρώσεων) ή συγκεντρικές κηλίδες (διαμέτρου περίπου 1 cm) των ιδίων αποχρώσεων.

Ο ιός ανήκει στο προσφάτως (1992) ιδρυθέν γένος tospovirus, του οποίου αποτελεί το τυπικό είδος εντός της οικογένειας bunyaviridae η οποία περιλαμβάνει κυρίως ιούς ζώων μεταδιδόμενους από κουνούπια. Έχει μεγάλα σφαιρικά, μαλακά σωματίδια, διαμέτρου 80-90 nm ειδικής κατασκευής εν σχέση µε την κλασσική δομή των φυτικών ιων. Υπάρχουν πολλές φυλές του ιού και είναι δυνατόν στις φυσικές µμολύνσεις να συνυπάρχουν στο ίδιο φυτό πολλές φυλές του παθογόνου.

Στην Ελλάδα βρεθήκαν 3 φυλές και κάθε µία απ’ αυτές προκαλεί διαφορετικά τοπικά και διασυστηµατικά συμπτώματα επί φυτών τομάτας και καπνού. Ο ιός αδρανοποιείται σε θερμοκρασία 45-46οC και δεν επιβιώνει σε ξηρούς φυτικούς ιστούς. Κύριος φορέας του ιού είναι διάφορα είδη θρίπα που προσλαμβάνουν τον ιό µε απομύζηση χυμού ασθενούς φυτού, τον μεταφέρουν στο σώμα τους και στη συνέχεια τον μεταδίδουν στα υγιή φυτά όταν τραφούν πάνω σ’ αυτά.

Φορείς του ιού γίνονται µόνο τα άτομα που προσλαμβάνουν τον ιό ως προνύμφες. Τα έντομα αυτά μπορούν να μεταδώσουν τον ιό στα υγιή φυτά, είτε σαν προνύμφες είτε, κυρίως, σαν ακμαία. Ακμαία που δεν έχουν προσλάβει τον ιό στο στάδιο της προνύμφης δεν γίνονται φορείς του. Η προνύμφη για να γίνει φορέας πρέπει να διατραφεί στο άρρωστο φυτό επί 30′ λεπτά τουλάχιστον.

Ο χρόνος ο απαιτούμενος για τον θρίπα από τη στιγμή που γίνεται ιοφόρος μέχρι τη στιγμή που είναι σε θέση να μεταδώσει τον ιό (χρόνος επωάσεως), κυμαίνεται από 4-18 ημέρες. Ο ελάχιστος χρόνος βοσκήσεως του θρίπα για μετάδοση του ιού στο υγιές φυτό είναι μόλις 5′ λεπτά. Ο θρίπας όταν γίνει φορέας, διατηρεί την ικανότητα μολύνσεως σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, χωρίς όμως να τη μεταβιβάζει στους απογόνους του. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ο ιός πολλαπλασιάζεται εντός του φορέως του.

Η επιδημιολογία της αρρώστιας συνδέεται άμεσα µε την παρουσία του θρίπα. Συνθήκες που ευνοούν την πρώιμη εμφάνιση, δραστηριότητα και αύξηση του πληθυσμού του θρίπα συντελούν άμεσα στην εκδήλωση και ένταση της αρρώστιας. Για την πρόληψη και τον έλεγχο της ίωσης θα πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα. Εκτεταμένες μελέτες έχουν δείξει ότι φυτά προερχόμενα από φυτώριο – όπου και λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα φυτοπροστατευτικά μέτρα είναι ελεύθερα ιώσεων και δεν αποτελούν θύλακα της ασθένειας.

Οι καλλιεργητικές τεχνικές για την πρόληψη περιλαμβάνουν εντομολογικά δίχτυα στα ανοίγματα του θερμοκηπίου και ειδικό θάλαμο στην είσοδο καθώς και καθαρισμός των ζιζανίων.Τα καλλιεργητικά μέτρα είναι αποτελεσματικά όταν εφαρμόζονται από όλους τους παραγωγούς σε μία ζώνη.

Για την καταπολέμηση των θριπών-φορέων του ιού τα ακόλουθα εντομοκτόνα είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικά: acephate, azinphos methyl, cypermethrin, fluvalinate, methomyl και mevinphos. Ακόμη συνιστώνται ανθεκτικές ποικιλίες εφ’ όσον υπάρχουν.

Kίτρινο καρούλιασμα των φύλλων

Ο ιός του κίτρινου καρουλιάσματος των φύλλων της ντομάτας (Tomato Yellow Leaf Curl Virus –TYLCV) είναι μια ίωση που έχει παγκόσμια εξάπλωση. Τελευταία έχει προκαλέσει πολλά προβλήματα σε παραγωγούς ντομάτας στη χώρα μας.

Είναι μια ομάδα ιών που προκαλούν παρόμοια συμπτώματα και τα αποτελέσματα τους είναι καταστροφικά για τις καλλιέργειες που φτάνουν και το 100% της παραγωγής.

Ο ιός είναι η κυριότερη αιτία των απωλειών παραγωγής της καλλιέργειας ντομάτας σε Νότια Ευρώπη και Μέση Ανατολή. Άλλα φυτά τα οποία προσβάλλονται από τον ιό είναι η πιπεριά, τα φασόλια και αρκετά ανθοκομικά.

Πολλές φορές ο ιός προσβάλει και ζιζάνια που όμως παρά την προσβολή δεν εμφανίζουν συμπτώματα.

Ο ιός μεταδίδεται με τον αλευρώδη (Bemisia tabaci) που είναι κοινός εχθρός για τις καλλιέργειες κηπευτικών. Τα ώριμα άτομα και οι νύμφες του αλευρώδη προσλαμβάνουν τον ιό τρεφόμενοι από φυτά που έχουν προσβληθεί. Στη συνέχεια τα ώριμα άτομα μετακινούμενα στην καλλιέργεια μεταδίδουν τον ιό και στα υγιή φυτά.

Η ασθένεια εκδηλώνεται μετά 10-21 ημέρες από την προσβολή. Ο ιός χρειάζεται μόλις 24 ώρες για να επωαστεί μέσα στο έντομο και μπορεί να περάσει στο υγειές φυτό αν το προσβεβλημένο έντομο τραφεί από αυτό έστω και για 15 λεπτά. Τα έντομα μπορεί να φιλοξενήσουν τον ιό ακόμα και για 20 ημέρες, όμως αυτός δεν περνάει από τα αυγά στην επόμενη γενιά. Ζεστές και ξηρές συνθήκες ευνοούν την ανάπτυξη του εντόμου και βοηθούν στην εξάπλωση της ίωσης. Ο πληθυσμός του αλευρώδη μειώνεται μετά από δυνατή βροχή.

Υπό φυσιολογικές συνθήκες τα άτομα του αλευρώδη αιωρούνται την ημέρα πάνω από τα φυτά και μεταφέρονται παθητικά με τον αέρα. Κατά τη διάρκεια της νύχτας παραμένουν στην κάτω μεριά του ελάσματος των φύλλων.

Η προσβολή εξαπλώνεται γρήγορα στην καλλιέργεια και σε μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να προσβάλει και το 100%. Σε ανοιχτούς αγρούς τα φαινόμενα προσβολής διαφέρουν ανάλογα την περιοχή και όχι την εποχή. Δεξαμενή για την μόλυνση είναι τα προσβεβλημένα ζιζάνια τα οποία δεν εκδηλώνουν συμπτώματα.

Όσα φυτά ντομάτας προσβληθούν σε μικρό στάδιο γίνονται καχεκτικά. Τα φύλλα μειώνονται σε μέγεθος, ζαρώνουν και είναι κακοσχηματισμένα. Τα καινούρια φύλλα καμπυλώνουν προς τα κάτω. Τα φύλλα που αναπτύσσονται μετά την προσβολή είναι ίσια με κίτρινο έλασμα ή κιτρινισμένα περιθώρια, και τα εξωτερικά τους όρια καρουλιάζουν προς τα πάνω. Οι βλαστοί αναπτύσσονται κάθετα. Τα άνθη μαραίνονται. Τα φυτά που προσβάλλονται σε νεαρό στάδιο χάνουν την ζωηρότητά τους και παράγουν λίγους και μη εμπορεύσιμους καρπούς. Αν η προσβολή γίνει σε μεγάλα φυτά τότε οι ήδη σχηματισμένοι καρποί μεγαλώνουν κανονικά, αλλά δεν σχηματίζονται νέοι καρποί. Τα συμπτώματα της ίωσης μπορεί εύκολα να μπερδευτούν με προβλήματα θρέψης ή και εγκαύματα από φυτοπροστατευτικά.
Πως μπορούμε να ελέγξουμε τον TYLCV

Απομάκρυνση και άμεσο ξερίζωμα είναι η καλύτερη στρατηγική για την πρόληψη της εξάπλωσης του ιού, αλλά και του ξενιστή του. Τα νεαρά φυτάρια πρέπει να αναπτύσσονται σε εγκαταστάσεις εφοδιασμένες με εντομολογικά δίχτυα ώστε να μην υπάρχει αλευρώδης.

Ο αλευρώδης προτιμά τα νεαρά φυτά και για αυτό το λόγο η μεταφύτευση των φυταρίων της ντομάτας θα πρέπει να γίνεται όταν αυτά είναι τουλάχιστον 30 ημερών. Ο χρόνος της φύτευσης είναι επίσης σημαντικός για να αποφύγουμε περιόδους με μεγάλο πληθυσμό αλευρώδη. Το ιδανικό θα ήταν να μην υπάρχει χρονική επικάλυψη στην φύτευση της νέας καλλιέργειας ντομάτας, ώστε να μην μπορέσουν να αναπτυχθούν νέα άτομα αλευρώδη.

Τα φυτάρια, αλλά και οι καλλιέργειες θα πρέπει να ελέγχονται τακτικά για αλευρώδη. Οι κίτρινες κολλητικές παγίδες και η επιθεώρηση των φυτών είναι απαραίτητο να γίνονται έτσι ώστε να ανιχνεύονται νωρίς πιθανές προσβολές. Σε περίπτωση εντοπισμού B. tabaci θα πρέπει να εξετάζονται τα φυτά για συμπτώματα της ίωσης.
Η χρήση διασυστηματικών εντομοκτόνων ή βιολογικών μέσων καταπολέμησης του αλευρώδη θα πρέπει να γίνεται σε φυτάρια και καλλιέργειες ανάλογα με το επίπεδο κινδύνου ιώσεων. Θα πρέπει να γίνεται δεύτερη εφαρμογή όταν εμφανιστούν τα ενήλικα άτομα του εντόμου.

Εναλλαγή σκευασμάτων είναι απαραίτητη ώστε να μην αναπτυχθούν ανθεκτικότητες. Η χρήση χημικών σκευασμάτων μπορεί να αποδειχθεί αναποτελεσματική σε περιπτώσεις σοβαρής προσβολής.

Φυτά που έχουν προσβληθεί θα πρέπει να ψεκάζονται, ώστε να αποφεύγεται η μετακίνηση των εντόμων στα διπλανά φυτά, και να αφαιρούνται προσεκτικά από το θερμοκήπιο.

Πιθανή φύτευση άλλων φυτών ως «δολώματα» ανάμεσα στα φυτά της ντομάτας μπορεί να ελέγξει την παρουσία του TYLCV αλλά αυξάνει τον κίνδυνο προσβολής από άλλους ιούς. Σε περίπτωση του χρησιμοποιηθούν τέτοια φυτά θα πρέπει να ψεκάζονται τακτικά με εντομοκτόνα.

Ο έλεγχος των ζιζανίων μέσα και έξω από το θερμοκήπιο είναι απαραίτητος, ειδικά στην περίπτωση που η ίωση έχει κάνει την εμφάνισή της σε μια περιοχή.

Στο τέλος της καλλιεργητικής περιόδου θα πρέπει να απομακρύνονται και να καταστρέφονται τα υπολείμματα της καλλιέργειας.

Η καλλιέργεια ποικιλιών ανθεκτικών στην ίωση είναι ένα καλό προληπτικό μέτρο.